Η Αρλέττα, εγώ,
ο Καβάφης,
η Μαφάλντα…
διάβασε κι αυτό: Amorabilia
Η Αρλέττα, εγώ,
ο Καβάφης,
η Μαφάλντα…
28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2025
... και το πρώτο τεύχος του ελληνικού Μίκυ Μάους!
Η Αρλέτα!
Η μπαλάντα, γλυκιά φωνή που υπνωτίζει.
Ήμουν έξι χρόνια μικρότερός της— εκείνη γεννημένη το ’45, εγώ το ’51.
Ο πρώτος δίσκος LP που αγόρασα* για τη μικρή δισκοθήκη μου ήταν ο δικός της — ο πρώτος της.
Σε μια συνέντευξή της είχε πει πως ο πρώτος ποιητής που γνώρισε ήταν ο Κωνσταντίνος Καβάφης.
Κι εγώ, μια από τα ίδια. Ο πρώτος μου ποιητής ήταν ο Καβάφης— και μένει πρώτος:
Σάν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές [...]
Στο εξαιρετικό podcast του Δημοκίδη για την Αρλέτα μαθαίνουμε, μεταξύ άλλων,πως της άρεσαν τα κόμικς,
πως φύλαγε σαν κόρην οφθαλμού το πρώτο της τεύχος Μίκυ Μάους, και πως είχε περί πολλού τη Μαφάλντα. Και πως ο αγαπημένος της φανταστικός ήρωας ήταν ο Οβελίξ.
Ένα παντοτινό αγοροκόριτσο που διάβαζε με λαχτάρα Καβάφη και Μίκυ,και που αποτόλμησε να τραγουδήσει Κωστή Παλαμά, να απογειώσει τη "Μπαλάντα του πάρκου":
[...] στη χώρα σου ένας ναυαγός, στην πόλη σου αδικοχαμένος,
κρυφοκοιτάς πόρτες κλειστές, ζηλεύεις άγνωστα ζευγάρια,
οι υποσχεμένες ηδονές γίνονται πρόστυχα παζάρια [...]
Εντελώς από το πουθενά, έτυχε να γνωρίσω την Αρλέτα κι από κοντά (εκεί, γύρω στο 69).
Ήταν φίλη με την Κατερίνα**, μια κωφή (κωφάλαλη) συνάδελφό μου, τότε που δούλευα γραφίστας στις μεταξοτυπίες του Φουσάρα, στη Γράμμου, στην Καλλιθέα.
Ήρθε πέντε-έξι φορές — απλή, χαμογελαστή, καθόλου τζόρας και "καβαλημένη".
Της έφτιαχνα καφέ, μιλούσαμε λίγο — ίσα να προλάβουμε να πούμε τα "ουσιώδη".
Την ιντρίγκαραν οι μεταξοτυπίες πάνω σε πορσελάνη, ο τρόπος που τυπώναμε τα σμάλτα· ρωτούσε με περιέργεια, σαν παιδί που πρωτομαθαίνει και κάνει συνέχεια ερωτήσεις. Αναρωτιόταν πώς καταλήγουν τα χρώματα όταν φουρνιστούν στους 600 Κελσίου. Έμεινε κατάπληκτη όταν είδε αυτή την άσπρη σκόνη σμάλτου του Purpur (Purple) να καταλήγει, μετά το ψήσιμο, σε ένα βαθύ μπορντό μοβ.
Μικρές συναντήσεις, χωρίς αναμνηστικές φωτογραφίες, χωρίς αυτόγραφα. Mόνο το άρωμα του τούρκικου καφέ, οι φωνές μας και οι τρυφεροί λαρυγγισμοί της Κατερίνας, ενώ άρθρωνε τις μικρούλες άηχες προτάσεις της.
Μα ίσως γι’ αυτό μου έμεινε τόσο καθαρά η εικόνα της —
σαν μια φωνή που ακόμη ακούγεται χαμηλά, μέσα στο αργόσυρτο θόρυβο των τελάρων που τύπωναν τις χαλκομανίες σμάλτου — σαν ρυθμός που δεν λέει να ξεχαστεί:
[...] Η αγάπη πάντα είναι διπλή, το λέει και το τραγούδι [...]
*Δεν τον έχω πια, ξέμεινε εκεί στο Παρίσι, στη σοφίτα σπίτι μου, που εγκατέλειψα, μια βροχερή μέρα κάποιου Οκτωβρίου, που... πετάχτηκα σε ένα CAFE TABAC για να πιω μια μπύρα και να πάρω τα Gauloise μου.
** Συμφοιτήτριά της στη Σχολή Καλών Τεχνών. Έμοιαζε (η Αρλέτα), έδειχνε σαν να ήταν ερωτευμένη μαζί της.
Διάβαζε και Τεν Τεν, την είχα δει με τα μάτια μου...
Ο πρώτος μου δίσκος. Τον αγόρασα από τις οικονομίες μου (η αλήθεια είναι ότι βούτηξα κι ένα δεκάρικο από το πορτοφόλι της μάνας μου). Πόσο κόστιζε; Περίπου όσο κοστίζει σήμερα ένας συλλεκτικός δίσκος βινυλίου. Εβδομήντα δραχμές (κάτι σαν 30 ευρώ σημερινά).
Η πρώτη έκδοση (του 1963). Τα είδα στη βιτρίνα του Ίκαρου, εκεί στη Βουλής, ένα βράδυ που σχολούσα από τη ΒΑΚΑΛΟ (στη Βουλής κι αυτή τότε). Μου άρεσαν και ως αντικείμενα, ταίριαζαν με την αισθητική (μα και την αφή) μου. Ξέμειναν κι αυτά στη μικρή βιβλιοθήκη μου, στη 17 Rue Gustave Courbet μαζί με την πρώτη (αυτοέκδοση) του "Ζ", τη "Νεράϊδα της Αθήνας" του Νόλα και κάτι άλλα... ελληνοξένα.
Το πρώτο ΜΙΚΥ ΜΑΟΥΣ και η σκουριά του χρόνου... (κυκλοφόρησε την 1η Ιουλίου 1966, ήμουν 15 στα 16).
... και η πρώτη μου Μαφάλντα! Καλοκαίρι του 1974.
Και κάποιοι τόνοι του Purpur...