κόμικς πράγματα κατά μίαν άλλη έννοια...
Καλόγερος ή καλόγηρος! Λαϊκιστί ο διοθήνας.
Απόστημα μέσα σε ιδρωτοποιό θυλάκιο, το οποίο καταλήγει σε εξογκωμένο κοκκινωπό και οδυνηρό οίδημα στο δέρμα και εμφανίζεται, από το πουθενά, στο κούτελό μας (αλλά κι αλλού στο σώμα μας), ως εφοριακός σε ξενυχτάδικο εν τω μέσω της νυχτός.
Ένα βρωμερό, κακό σπυρί κοντολογίς.
«Γιατί καλόγηρος και όχι μητροπολίτης»; θα αναρωτηθείτε τινές εξ υμών και δικαίως.
Λόγω οικειότητας, μάλλον!
Ο πρώτος (ο καλόγηρος) είναι πιο… οικείος, πιο κοντά στο λαό, απ' ότι ο δεύτερος.
Γι’ αυτό, προφανώς, τον διάλεξε ο (άγνωστος σε μας) νονός της λέξης καλόγηρος (στην ειρωνική της εκδοχή).
Πως του ήρθε η έμπνευση; Υποθέτω πως είχε πικράν πείρα από κάποιους θεομπαίχτες καλόγερους τσιμπούρια και δεινούς τρακατζήδες(όπως ένας ονόματι Ιλαρίων από τη Μονεμβασιά, λόγου χάρτη), όταν βάφτισε καλόγηρο το ελεηνό αυτό σπυρί που του θρονιάστηκε κατακούτελα.
Η μεταφορά τούτη θεωρήθηκε απολύτως επιτυχημένη από τους συγχωριανούς του οι οποίοι, αφού χασκογέλασαν δεόντως εκεί στον καφενέ, υιοθέτησαν ευθύς αμέσως τη λέξη, η οποία, με το πέρασμα των χρόνων, διαδόθηκε παντού, κι έτσι πέρασε και στις σελίδες των λεξικών.
Οι ίδιοι οι καλόγεροι, βεβαίως, δεν λένε ποτέ «Έβγαλα ένα καλόγερο, γαμώ την πίστη μου και την πλάση όλη!». Το γιατί είναι κάτι περισσότερο από προφανές. Όπως είναι και προφανέστατο το γιατί δεν γελάνε δημοσίως οι καλόγεροι (αλλά μόνο όταν είναι μοναχοί)…-Ναι,θρασίμι,ωραία μας παραμύθιασες,αλλά έκανες το κορόϊδο για κείνο τον άλλο τον καλόγερο, δεν είπες κουβέντα.-Σε ποιόν καλόγερο αναφέρεσαι γιαγιάκα; δεν σε καταλαβαίνω.-Τον καλόγερο αυτό που έχεις στο σπίτι σου και κρεμάτε τα μπουφάν και τα κασκόλια σας. Τι σχέση έχει με τους καλόγερους θεομπαίχτη άχρηστε εγγονέ;-Α, αυτόν λες! Δεν ξέρω να σου πω ακριβώς. Υποθέτω γιατί η κοψιά του θυμίζει εκείνους τους αλλοτινούς νηστευτές καλόγερους, σαν τούτο της διπλανής, ασπρόμαυρης φωτογραφίας.Με κοιτάζει η γιαγιά Πλατή και με ξανακοιτάζει, λες και με βλέπει για πρώτη φορά, πριν μου πει υπερθεματίζοντας:-Δηλαδή έχουμε τρια είδη καλογέρων; Τον καλόγερο καβλόσπυρο, τον καλόγερο μικροέπιπλο και τον καλόγερο ξούρα; Καλά τα λέω χαϊβάνι;-Ναι, γιαγιάκα! Σωστά και σοφά μιλάς, όπως πάντα.-Και πως τους ξεχωρίζουμε με κλειστά μάτια, μπορείς να μου πεις;-Ιδέα δεν έχω!-Εμ! Εδώ σε θέλω, βλαμμένε απόγονε. Έχεις όλη τη μέρα μπροστά σου για να το σκεφτείς καλά πριν μου απαντήσεις. Και όχι πονηριές και μουλωχτές ερωτήσεις στον ΑΙ (έι άι). Εντάξει;