διάβασε κι αυτό: Amorabilia
Είναι λιτές, υπαινικτικές, αυτοαναφορικές
κι αρκούντως έξυπνες κι απρόβλεπτες.
Το αστείο, σ΄αυτό το είδος γελοιογραφίας, δεν βρίσκεται στην όποια γελοιοποίηση, αλλά στην ανατροπή μιας ιδέας. Δεν είναι “καρικατούρα”, είναι νοητικό το σκίτσο της.
Είναι το "έξυπνο αστείο"!
Διαβάζοντας τις γελοιογραφίες τύπου New Yorker δεν γελάς ακριβώς. Χαμογελάς. Ή, πιο σωστά, σκέφτεσαι, αναρωτιέσαι (τι ακριβώς εννοεί ο καλλιτέχνης) και μετά χαμογελάς χαλαρά. Είναι εκείνη η όμορφη στιγμή που η ιδέα του γελοιογράφου κάνει “κλικ” κάπου μέσα στον εγκέφαλό μας, νιώθοντας, στα επόμενα δευτερόλεπτα, πως κάποιος έπαιξε μαζί μας ευγενικά, κάνοντάς μας να δούμε τον κόσμο κάπως αλλιώς, χωρίς... Βένετους και Πράσινους.
Οι γελοιογραφίες αυτού του τύπου είναι ψύχραιμα ειρωνικές. Δεν φωνάζουν, δεν κάνουν σαματά, δεν προκαλούν το γέλιο του "κραξίματος".
Στοχεύουν στο χαμόγελο του "α, ναι, έτσι είναι!"
Αυτή η λεπτή νοητική σκανδάλη, που κάνει το βλέμμα να χαμογελά πριν από το στόμα, έχει το κοινό της.
Ποιοι τις διαβάζουν;
Οι περισσότεροι από τους περίπου 1.300.000 συνδρομητές* της χάρτινης και ψηφιακής έκδοσης του εβδομαδιαίου, νεοϋορκέζικου, περιοδικού New Yorker** (κυκλοφορεί ανελλιπώς από το 1925).
Φυσικά, δεν τις διαβάζουν μόνον αυτοί.
Τι γνώμη έχει γι αυτές ο Ντόναλντ Ντραμπ; Μέχρι στιγμής δεν έχει πάρει σαφή θέση. Υποθέτω βάσιμα πως, πάνω κάτω, θα τις κατακεραύνωνε μ΄αυτά τα λόγια:
«Απαίσιες γελοιογραφίες, φρικτές! Κανείς δεν γελάει, είναι σκουπίδια. Πρέπει να τις διαβάσεις δυο και τρεις φορές για να τις καταλάβεις! Τις φτιάχνουν losers που πίνουν σόγια λάτε στο Μανχάταν και δεν έχουν δει εργοτάξιο στη ζωή τους ούτε στον ύπνο τους! Και φυσικά — όλοι τους με μισούν, άρα σπουδαία επίτευξη για μένα.»
Λατρεύω αυτό το είδος γελοιογραφίας. Είναι του στυλ μου. Αλλά σπανίζει στα καθ΄ημάς.
Εδώ στα μέρη μας (στην Ελλάδα, στα Βαλκάνια, αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα, εξαιρουμένου του Ηνωμένου Βασιλείου) οι γελοιογραφίες τύπου New Yorkers δεν έχουν καμία πέραση,τα περιοδικά λόγου και τέχνης είναι άοσμα κι άγευστα, συντηρητικά κι απρόσωπα, οι αρχισυντάκτες του κυρίαρχου Τύπου είναι επαρχιακής αισθητικής και άποψης. Χωριάτες των γραμμάτων και των τεχνών (αλλά με τρόπους σαλονιού).
Εδώ, αλλά και στη Γαλλία, την Ιταλία και τη λοιπή δυτική Ευρώπη, μεγαλώσαμε με το καλό κράξιμο: την πολιτική σάτιρα, την κοινωνική ειρωνεία, το ευφυολόγημα του καφενείου.
Εξασκούμαστε στο σκώμμα και την εχθροπάθεια· όχι, όμως, στην περισυλλογή.
Το “έξυπνο αστείο” θέλει ησυχία, χρόνο και μια κάποια εμπιστοσύνη ότι ο άλλος θα καταλάβει το υπονοούμενο — καμμία σχέση δηλαδή με τις γελοιογραφίες που καταναλώνουμε καθημερινά.
Δεν μέμφομαι κάποιον για κάτι— απλώς διαπιστώνω μια απουσία. Είναι μια έλλειψη, οπωσδήποτε,, το στερούμεθα αυτό το είδος γελοιογραφίας.
Κι ενώ τα γράφω αυτά, νιώθω πίσω μου το γνώριμο βλέμμα της γιαγιάς Πλατή, να με διαπερνά σαν συμπαγής ακτίνα λέιζερ...
-Ανάξιε, συμφεροντολόγε κουφιοκέφαλε εγγονέ, δεν μας τα λες καθόλου καλά, λέει η γιαγιά Πλατή, που στημένη πίσω από το δεξί μου ώμο λαθροδιαβάζει τα γραφτά μου......
-Γιατί γιαγιάκα μου φωνάζεις, για ποιο πράγμα με επικρίνεις; Τι ακριβώς έκανα ή δεν έκανα που σε ενόχλησε τόσο;
-Δεν είπες βρε ανεπρόκοπε απόγονε της συμφοράς πως εμείς εδώ, στα μέρη μας, δεν έχουμε τέτοιου φυράματος γελοιογραφίες; Και...
-... και;
... και ο Νίκος Μαρουλάκης δεν σου λέει κάτι, πανηλίθιε δημοσιογράφε του κώλου. Ο Λογοθέτης; Ούτε αυτός σου κάνει;
-Έχεις δίκιο γιαγιάκα! Και ζητώ ταπεινότατα συγνώμη. Μεγάλη παράλειψή μου. Ναι, και ο Νίκος Μαρουλάκης και Γιάννης Λογοθέτης ταιριάζουν (με τον τρόπο τους) σ΄αυτό το είδος γελοιογραφιών, θα μπορούσαν να σταθούν οργανικά στο New Yorker.
-Eμ! Και μας το παίζεις κι έξυπνος πανίβλακα απόγονε. Αλλά και τη Γαλλία την αδίκησες άχρηστο εγγονικό υποκείμενο. Ο Sempe δεν έκανε τέτοιου είδους γελοιογραφίες;μου λέει κουνώντας το κεφάλι της πάνω κάτω επικριτικά κάνοντας συνάμα τη γνωστή γκριμάτσα αποδοκιμασίας)...
-Όχι γιαγιάκα. Με όλο το σεβασμό στη σπουδαιότητα του Sempe, διαφωνώ βαθύτατα...
-Και για να 'χουμε καλό ρώτημα, τι σκαρφίστηκε το νωθρό μυαλό σου να μας απαντήσει; εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά μου με τα χέρια στη μέση, σαν παλαιστής του σούμο.
- Ο Sempe καλή μου γιαγιάκα ανήκει σε άλλο γελοιογραφικό είδος. Ο Sempe είναι μια κατηγορία από μόνος του. Είναι πιο λυρικός, πιο ρομαντικά μελαγχολικός, λιγότερο “wit”, περισσότερο “poésie”. Στις γελοιογραφίες του, το αστείο προκύπτει από την αναλογία ανάμεσα στον μικρό άνθρωπο και τον μεγάλο κόσμο — όχι από τη φράση, αλλά από το βλέμμα.
Εκεί όπου το New Yorker γελάει με τη φράση “I think I need a therapist”, ο Sempé δείχνει έναν μικρό άντρα, έναν κυριούλη, σ’ ένα παγκάκι κάτω από μια απέραντη πόλη —
και ο αναγνώστης χαμογελά χωρίς να ξέρει γιατί. Θα λέγαμε ότι ο Sempé έχει την ψυχή του New Yorker,αλλά την καρδιά του Παρισιού· κι αυτό κάνει όλη τη διαφορά.
-Τα μπάλωσες πάλι. Ίδιος κι απαράλλακτος ο παππούς σου ο Νικολάκης. Τα πάτε από δω, τα πάτε από κει, το κάνετε μέλι το μάπα καρπούζι. Θεομπαίχτες!..
και η γιαγιά Πλατή ανάβει το πουράκι της και αποσύρεται στα ενδότερα, αφήνοντάς με να χάσκω το πληκτρολόγιο, παρέα με τις τύψεις μου...
*Αστοί του Μανχάταν (αλλά και του Κολωνακίου), με βλέμμα σκεπτικιστή και ψυχή barista.
Σνομπ διανοούμενοι που διαβάζουν Σαρτρ ανάμεσα σε δύο γουλιές φρέντο και ένα βιαστικό ποστάρισμα.
Καλομορφωμένοι λευκοί —και οι επιμελώς προσωμοιάζοντες μαύροι, Λατίνοι κι Ασιάτες, όλοι με "τρόπους", το ακριβότερο iPhone υπομάλης και χρυσή κάρτα.
Αλλά και άλλα είδη αναγνωστών (όπως εγώ… κι εσείς, ας πούμε).
** New Yorker: Ξεκίνησε ως σατιρικό και κοινωνικό περιοδικό της αστικής ζωής στη Νέα Υόρκη, αλλά μετεξελίχθηκε σε ένα ποιοτικό περιοδικό λόγου και τέχνης. Το ύφος του είναι κομψό, ειρωνικό, συχνά λεπταίσθητο, με υψηλό επίπεδο γλώσσας και αφήγησης. Στην ύλη του: Διηγήματα (έχει αναδείξει συγγραφείς όπως η Alice Munro, ο J.D. Salinger, ο Vladimir Nabokov κ.ά.), Δοκίμια και ρεπορτάζ μακροσκελούς μορφής, Πολιτική ανάλυση και κοινωνικός σχολιασμός, κριτική βιβλίου, κινηματογράφου και θεάτρου, και, φυσικά, οι περίφημες γελοιογραφίες του (cartoons), που αποτελούν ξεχωριστό είδος από μόνες τους.
Σκιτσογράφοι όπως οι Charles Addams, Saul Steinberg, Sam Cobean, Roz Chast, George Booth και Amy Hwang έγιναν γνωστοί μέσα από τις σελίδες του.
Έχει συνδεθεί με τη λεγόμενη “New Yorker style” γραφή — συνδυασμός δημοσιογραφικής ακρίβειας και λογοτεχνικής ευαισθησίας. Αποτελεί σημείο αναφοράς για δημοσιογράφους, συγγραφείς και γελοιογράφους διεθνώς. Α! Και κάτι ακόμα: …κι αν κάποτε δείτε έναν άνθρωπο να χαμογελά μόνος του στο μετρό, πιθανόν, μόλις διάβασε ένα σκίτσο του New Yorker.
βλέπε και Ο Sam Cobean με την κόκκινη Τζάγκουαρ!
Αυτή, πάντως, η γελοιογραφία του Sempe θα μπορούσε άνετα να δημοσιευθεί στο New Yorker, πιστεύω.
-Aυτό το φυλαχτό θα σας προστατεύσει από τη δεισιδαιμονία.
... ο δε μάγος του ΟΖ είναι στην τουαλέτα, "κάνει την ανάγκη" του...
Και μια... μουσειακή τύπου New Yorker γελοιογραφία των Platis -Stilos (ζεστή-ζεστή, τώρα, αργά το απόγευμα, στήθηκε).
Τρεις ακόμα γελοιογραφίες τύπου New Yorker.
-Μπαμπά, υπάρχει θεός; -Όχι ακόμα!
Κατανοώ τα συναισθήματά σας, κυρία Κάρτερ, αλλά πρέπει να ξεσκονίσετε κι αυτό μαζί με τα άλλα (γελοιογραφία εποχής ψυχρού πολέμου, διαδραματίζεται στην "αίθουσα ψηφοφορίας" του ΟΗΕ).
Του Chas Addams (όπως και η γελοιογραφία του τίτλου). Προσέξτε καλά τα καθρεφτίσματα. Εγώ με την τρίτη είδα αυτό που δεν είδα τις προηγούμενες δυο φορές. Χα!
Γελοιογραφική... φιλοσοφική ενατένιση του Γιάννη Λογοθέτη (Λογο).
Ο Νίκος Μαρουλάκης είναι ο σκιτσογράφος της περίφημης Φρουτοπίας. Ξεκίνησε την σκιτσογραφική του καριέρα με γελοιογραφικές συνθέσεις αυτού του τύπου. Τον γνώριζα, είχα πάει και σπίτι του μερικές φορές. Ένας πολύ συμπαθητικός άνθρωπος και απίστευτα εργατικός (ήταν μια... βιοτεχνία από μόνος του). Εικονογραφούσε νύχτα και μέρα (ίσα ίσα για τα προς το ζην). Πειραιώτης. Πέθανε το 2015.
Κι ένας τυφλός επαγγελματίας εκτελεστής με τον καλύτερο, πιο πιστό φίλο του. Χα! Και πόσο ταιριαστός ο επιχρωματισμός!
Θεματολογικά οι εν λόγω γελοιογραφίες κινούνται στο... υπερπέραν: σε αεροδρόμια, πίσω από τις κουρτίνες θεοσεβούμενων μανταμών, στο ατελιέ του Λεονάρντο,στο κρεβάτι του Μπάτμαν και της Κατ Γούμαν, στο σκοπευτήριο της Καισαριανής, σε πινακοθήκες και κινηματογραφικές αίθουσες, στο ερωτικό γίγνεσθαι ερωτευμένων γεοσκωλήκων, στα Μέγαρα Μουσικής των λύκων, στα πωλητήρια φυλακτών, στους δρόμους του Μανχάταν και του Παρισιού, παντού.
-Βρήκατε τον Ιησού;
THE END 13 Oκτωβρίου ΄25 (βραδάκι)