Σεμνός άνθρωπος.
Χιουμορίστας κι ετοιμόλογος.
Τη δεύτερη φορά που συναντηθήκαμε θέλησε να μου αφιερώσει ένα βιβλιαράκι του που ήδη είχε αφιερώσει σε κάποιον άλλο, πολύ καιρό πριν (αλλά κάτι τους έτυχε, δεν βρέθηκαν για να του δώσει το αντίτυπο κι έτσι του ξέμεινε στο ράφι της βιβλιοθήκης του).
Δεν κόλλησε ούτε για κλάσμα του δευτερολέπτου, πήρε το μαρκαδοράκι του και το αφιέρωσε και σε μένα.
Τόσο απλά.
Τέτοιος άνετος τύπος ήταν.
Ένα απίστευτο ταλέντο.
Αυτοδίδακτος!
Θα μπορούσε άνετα να είχε κάνει πρωτοκλασάτη καριέρα σκιτσογράφου στην Dargaud Comics, αν τα έφερνε ως εκεί η τύχη του.
Δεν τα έφερε, αλλά δεν στάθηκε, όμως, καθόλου άτυχος.
Έγινε ένας από τους σούπερ σταρ Έλληνες γελοιογράφους της εποχής του.
Και ήταν ο μόνος από αυτούς τους 5-6 δημοφιλείς ομότεχνους του, που κατάφερε να εξασφαλίσει τα προς το ζην μόνο από τις γελοιογραφίες του (ο Αρχέλαος δούλευε συνάμα και ως υπεύθυνος σελιδοποίησης στον Θεοφανίδη, o Παύλος Παυλίδης απλά ήταν πλούσιος, ο Πολενάκης "γύριζε" χιουμοριστικά διαφημιστικά καρτούνς, ο δε Γάλιας βιοπορούσε κάνοντας πολλά και διάφορα).
Τον κύριο Βασίλη Χριστοδούλου τον "γνώρισα" δυο φορές.
Την πρώτη όταν συνεργαζόμουν με το ΠΑΡΑΠΕΝΤΕ (γύρω στα 1987-88). Τη δεύτερη όταν του πήρα την παρακάτω συνέντευξη για το περιοδικό 9 (ΕΝΝΕΑ), το 2003. Ήταν πια 86 χρονών! Τον συνάντησα στο ψευτοεκδοτικό συγκρότημα του Τράγκα, στα «γραφεία» της ΧΩΡΑΣ, της οποίας ήταν τότε… τιμής ένεκεν πολιτικός γελοιογράφος (τους χάριζε, μάλλον, τις γελοιογραφίες του):
- Στην Κατοχή για να ζήσω, με κάτι λίγα λεφτουδάκια που είχα, άνοιξα όπως όπως μια ταβερνούλα στον Πειραιά…
- Γίνατε και ταβερνιάρης, λοιπόν…
- … Ε! όχι για πολύ! Μια μέρα ήρθε στο μαγαζί μια παρέα από καμιά 25αριά Ιταλούς και «κορίτσια της οδού Φίλωνος». Αφού έφαγαν για τα καλά, άρχισαν να φεύγουν ένας ένας…
- Ώσπου στο τέλος;
- Έμεινε μία μόνο πουτάνα, η οποία ενοχλημένη, μάλλον, από το ύφος μου, γυρίζει και μου κάνει: «Δε φαντάζομαι να πιστεύεις ότι θα πληρώσω εγώ το λογαριασμό» (!)
(γέλια)
- Μετά, όμως, που τελείωσε ο πόλεμος στείλατε μια επιστολή διαμαρτυρίας στο περιοδικό "Θησαυρός" γιατί ένας γελοιογράφος του είχε αντιγράψει μια δική σας γελοιογραφία... οπότε και βρεθήκατε τετ-α-τετ με το μεγάλο αφεντικό...
- [...] μου λέει ο Παπαγεωργίου...
- Ο εκδότης του εβδομαδιαίου περιοδικού "Θησαυρός"!
- Και εκδότης, αργότερα, της εφημερίδας "Αθηναϊκή". Ένας θαυμάσιος άνθρωπος! Δεν αναφέρομαι στο άτομό του, από επαγγελματικής σκοπιάς ομιλώ. Αν και απλοϊκός άνθωπος, τυπογράφος ήταν, είχε τέτοια όσφρηση, τέτοια εκδοτική μανία...
- Και τι σας είπε ο Κώστας Παπαγεωργίου, όταν σας είδε;
- Μου λέει: "Κάνεις γελοιογραφίες;". "Ναί!", του λέω. "Δηλαδή μπορείς να κάνεις την πεθερά;". "Μπορώ!", του κάνω.
- Ήταν προϋπόθεση για έναν γελοιογράφο της εποχής η καρακατούρα της πεθεράς;
- Ναι, δεν είχαν εκπέσει ακόμα κοινωνικά αυτά τα είδωλα. Η πεθερά, η γεροντοκόρη, ο μπεκρής, η κουτσομπόλα. Ήτανε η ψυχαγωγία της γειτονιάς ακόμα, διετηρείτο αυτό το είδος χιούμορ.
- Και;
- Να μην σας τα πολυλογώ, έφυγα από τον Θησαυρό πετώντας. Πάω όλο χαρά σπίτι μου, παίρνω χαρτιά και φτιάχνω καμιά σαρανταριά γελοιογραφίες...
- Πως του φάνηκαν του Παπαγεωργίου;
- Τις ανοίγει, τις κοιτάει, παίρνει ένα μολύβι κι αρχίζει να τσεκάρει μ΄ένα σταυρό όσες του άρεσαν. Από τις 40 πήρε κάπου 22 με 23 γελοιογραφίες. Μου λέει: "Να πας να πληρωθείς"...
- Ποιά εποχή όλα αυτά;
- Το 1948 με '49.
- Μια γελοιογραφία πληρωνόταν καλά τότε;
- Μου τις αγόρασε 100 δραχμές τη μία. [...] Εκατό δραχμές ήταν πολλά λεφτά τότε. Εκείνη την εποχή είχε βγει ένα τραγούδι για έναν εργάτη στο λιμάνι που έλεγε "100 δραχμές τη μέρα παίρνω τζιβαέρι μου / θα 'ρθω στη μάνα σου να σε ζητήσω, να σε κάνω ταίρι μου" (!). Ήτανε πολλά λεφτά 100 δραχμές για μια γελοιογραφία. Λέω, λοιπόν, κύριε διευθυντά εγώ δεν θέλω λεφτά...
- Τι θέλατε ακριβώς;
- Εγώ τότε ήθελα να "πιαστώ". Να δημοσιεύσω μερικές γελοιογραφίες, ν΄ακουστώ. Μου λέει ο Παπαγεωργίου: "Θα δουλεύεις και δεν θα παίρνεις λεφτάς Τι λες βρε παιδί μου!". Πάω μέσα στο διαχειριστή, ο οποίος ήτο γαμπρός του. Ανοίγει ένα συρτάρι αυτός, βγάζει ένα πάκο λεφτά, τα μετράει και μου τα δίνει (τα άλλα τα έβαλε στην τσέπη του). Και ούτε αποδείξεις ούτε τίποτα. Πολλά λεφτά κυκλοφορούσαν στο "Θησαυρό". Πήγαινε μια μικρή κοπελίτσα που είχαμε στα μέσα και στα έξω και ερχότανε από το Πρακτορείο Τύπου με τσουβαλάκι γεμάτο λίρες, την είσπραξη (από τις πωλήσεις) του "Θησαυρού".
- Έδινε "γραμμή" στις γελοιογραφίες ο Παπαγεωργίου;
- Βεβαίως. Πρέπει να γραφεί ότι αυτός ήταν ο εγκαινιάσας την ελληνική κοινωνική γελοιογραφία στα περιοδικά. Μέχρι τότε βάζανε ξένες γελοιογραφίες, άσχετες με τη δική μας ζωή, τη δική μας ψυχολογία και νοοτροπία. Τις κόβανε από τα ξένα περιοδικά και τις βάζανε. Αυτός είχε πάθος με την ελληνική γελοιογραφία.Γι αυτό όλοι οι γελοιογράφοι που υπήρχαν δούλευαν στον "Θησαυρό".
- 'Εδινε "βάση" στις γυναικείες καμπύλες;
- Ναι! Είχε "όσφρηση". Μου έλεγε εμένα: "Βασιλάκη, εσύ που κάνεις ωραίες γυναίκες, να τις φτιάχνεις προκλητικές. Η επαρχία τραβάει τέτοια". Μπορώ να πω ότι από τότε μ΄επηρέασε κι όταν σκιτσάρω μια γυναίκα την κάνω λίγο "κομματοειδή", προκλητική.
- Άμα δεν του άρεσε, έλεγε κάνε την πιο...
- Όχι, γενικότερη γραμμή έδινε. Ήθελε η γυναίκα να είναι "κόμματος". Πως είναι ένας κόμματος; Τέλος πάντων, δεν είχαμε ποτέ κομματικές διαφορές.
(γέλια)
- Η δουλειά σας είναι γελαστική και για σας τον ίδιο;
- Ασφαλώς. Ό,τι και να μου συμβεί μου 'ρχεται ένα αστείο στο μυαλό. Γέλασα ακόμα και στο θάνατο της μάνας μου. Είπα αστείο. Δεν διακωμώδησα το θάνατό της... είναι κάτι σαν αρρώστια η δουλειά του γελοιογράφου...
- Υγεία είναι, γιατί την θεωρείτε αρρώστια;
- Κοιτάτε! Δεν είναι φυσιολογικό αυτό, η ζωή δεν είναι μόνο καλαμπούρια...
- Όχι, ασφαλώς, αλλά γιατί να μην "χρυσώνουμε το χάπι";
- Ναι! Έτσι είναι! Το χιούμορ προκαλεί μια ευφορία, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα, δημιουργεί τα πάντα...
- Υπήρξαν αρνητικές αντιδράσεις από κάποιες γελοιογραφίες σας; Δεν εννοώ τις πολιτικές.
- Πολιτικές υπάρχουν, δικαστήκανε! Από τις άλλες, όχι. Ίσως μπορώ να πω ότι δεν ήσαν τόσο τολμηρές, όσο θα έπρεπε να είναι...
- Έχω την εντύπωση ότι μερικές ερωτικές γελοιογραφίες σας παραήταν τολμηρές, παίζατε πολύ με τις φαντασιώσεις των αναγνωστών σας...
- Εννοείτε τέτοιου είδους τολμηρές; Ήταν αθώα τολμηρές αυτές οι γελοιογραφίες. Μια γυναίκα με μεγάλα στήθη που κάποιος στενάζει και της λέει: "Αμάν πασά μου!". Ενώ τώρα έχουν δηλητηριώδεις υπαινιγμούς...
- Υπάρχει κάποια φωτογραφία σας στο ατελιέ που δουλέψατε αυτές τις γελοιογραφίες;
- Ατελιέ ποτέ μου δεν είχα! Δούλευα στο τραπέζι της κουζίνας, στο σαλόνι του σπιτιού μου. Βασικά δούλευα σπίτι μου! Όχι μόνο εγώ, όλοι οι γελοιογράφοι αυτών των περιοδικών. Ούτε στο "Θησαυρό", ούτε στο "Ρομάντσο" είχαμε ατελιέ...
- Γελοιογραφούσατε κατ΄αποκοπήν;
- Ναι, δουλεύαμε κατ΄αποκοπήν. Μια φορά την εβδομάδα πηγαίναμε στο περιοδικό για να παραδώσουμε τις γελοιογραφίες μας και άλλη μία για να πληρωθούμε στο λογιστήριο, σύνολο δύο ημέρες. Δεν είχαμε γραφεία και ατελιέ, είμεθα ελεύθεροι σκοπευτές!
- Πως σας έρχονταν οι ιδέες για τις γελοιογραφίες σας;
- Δεν μου έρχονταν, το κυνηγούσα το θέμα. Έπρεπε να κάνω 20 γελοιογραφίες και να τις πάω στο "Θησαυρό". Ήμουνα στο τραμ ή στο λεωφορείο, κρατούσα σημειώσεις, σατίριζα το συνωστισμό. Ή γινόταν ένας σεισμός και τρέχανε με τα σώβρακα. Διακωμωδούσα τα γεγονότα.
- Δημοσιογραφούσατε σκιτσάροντας...
- Βεβαίως! Ο γελοιογράφος είναι ένας πλήρης δημοσιογράφος. Όλα τα κάνει. Αστυνομικό ρεπορτάζ, κοινωνικό, χρονογράφημα, ευθυμογράφημα. Ο γελοιογράφος πιάνει όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής.
- Τι ανέκοψε τη μόδα των κοινωνικών γελοιογραφιών;
- Την ανέκοψε η απλοποίηση του εντύπου και συγχρόνως ο κατακλυσμός και το κυνήγι της διαφήμισης.
- Δηλαδή;
- Τα περιοδικά βασίζονταν πια περισσότερο στις φωτογραφίες παρά στο κείμενο. Οι μισές σελίδες του περιοδικού ήταν πιασμένες για να μπει διαφήμιση.
- Δηλαδή δεν υπήρχε πια χώρος για τις γελοιογραφίες;
- Ναι, δεν υπήρχε! Τώρα οι εκδότες έψαχναν χώρο για να βάλουν διαφήμιση, πληρώνονταν γι΄αυτό από τους διαφημιζόμενους. Ενώ τις γελοιογραφίες τις πλήρωναν!